«Ἕλληνες ἀεί παῖδες ἐστε, γέρων δέ Ἕλλην οὐκ ἔστιν» (Πλάτων, Τίμαιος, 22b).


"Ὁμολογεῖται μὲν γὰρ τὴν πόλιν ἡμῶν ἀρχαιοτάτην εἶναι καὶ μεγίστην καὶ παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις ὀνομαστοτάτην· οὕτω δὲ καλῆς τῆς ὑποθέσεως οὔσης,
ἐπὶ τοῖς ἐχομένοις τούτων ἔτι μᾶλλον ἡμᾶς προσήκει τιμᾶσθαι. 24. Ταύτην γὰρ οἰκοῦμεν οὐχ ἑτέρους ἐκβαλόντες οὐδ' ἐρήμην καταλαβόντες
οὐδ' ἐκ πολλῶν ἐθνῶν μιγάδες συλλεγέντες, ἀλλ' οὕτω καλῶς καὶ γνησίως γεγόναμεν ὥστ' ἐξ ἧσπερ ἔφυμεν, ταύτην ἔχοντες ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν,
αὐτόχθονες ὄντες καὶ τῶν ὀνομάτων τοῖς αὐτοῖς οἷσπερ τοὺς οἰκειοτάτους τὴν πόλιν ἔχοντες προσειπεῖν".
(Ἰσοκράτης, Πανηγυρικός, στίχοι 23-24).

Τα άρθρα που φιλοξενούνται στον παρόντα ιστότοπο και προέρχονται απο άλλες πηγές, εκφράζουν αποκλειστικά και μόνον τις απόψεις των συγγραφέων τους.

Καθίσταται σαφές ότι η δημοσίευση ανάρτησης, δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά αποδοχή των απόψεων του συγγραφέως.


ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ, ΑΦΗΝΕΤΕ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ, ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΑΡΘΡΟ-ΑΝΑΡΤΗΣΗ (΄κλίκ΄ στο "Δεν υπάρχουν σχόλια"). ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ.

Ακολουθήστε μας στο Facebook

Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2013

Η Αγία Μεγαλομάρτυς Βαρβάρα











Ξίφει πατὴρ θύσας σε, Μάρτυς Βαρβάρα,
Ὑπῆρξεν ἄλλος Ἀβραὰμ διαβόλου.
Βαρβάρα ἀμφὶ τετάρτῃ χερσὶ τοκῆος ἐτμήθη.


Βιογραφία

Η Αγία Βαρβάρα η Μεγαλομάρτυς εορτάζει στις 4 Δεκεμβρίου
«Που πορευθώ από του Πνεύματος σου...»




Το γνωστό γραφικό στίχο που πορευθώ από του Πνεύματος σου και από του προσώπου σου που φύγω... θυμίζει ο τρόπος με τον οποίο η χάρις του Θεού άγγιξε την ψυχή της Βαρβάρας και φωτίζοντας την με της θεογνωσίας το φως, την έκανε χριστιανή, για να φωτίζει έκτοτε και στους αιώνες τους πιστούς με την άθληση και το μαρτύριο της. 

Στην Ηλιούπολη της Κοίλης Συρίας (Φοινίκης), πόλης κτισμένης στους ανατολικούς πρόποδες του όρους Αντιλίβανο, γεννήθηκε η Βαρβάρα. Για τη μητέρα της δεν παραδόθηκαν από τους συναξαριστές στοιχεία, ο πατέρας της όμως μας είναι γνωστός. Λεγόταν Διόσκορος, ήταν τοπάρχης, πλούσιος και διέθετε κοσμική δύναμη. Την εποχή εκείνη συναυτοκράτορας του Διοκλητιανού. Ο τοπάρχης Διόσκορος είχε μια μοναχοκόρη, τη Βαρβάρα, προς την οποία έτρεφε απεριόριστη αγάπη και σ' αυτήν στήριξε πολλές ελπίδες.


Ο πατέρας σχεδιάζει το γάμο της
Όταν έφθασε σε ηλικία γάμου παρουσιάστηκαν πολλοί υποψήφιοι γαμπροί, και από τους εξέχοντες άρχοντες και από τους μεγιστάνες και από τους λοιπούς επιφανείς άνδρες της Ηλιούπολης. Όλα όμως τα προξενιά η Βαρβάρα τα έδιωχνε, πράγμα που ο πατέρας της δεν το έβλεπε με καλό μάτι. Ήταν γι' αυτόν αδικαιολόγητη η εμμονή της κόρης του να μη θέλει διακεκριμένους γαμπρούς, που την ζητούσαν σε γάμο. Υπέθεσε όμως πώς ήταν μιά νεανική ιδιοτροπία και είχε την ελπίδα ότι αργότερα θα υποχωρούσε και θα δεχόταν να παντρευτεί.

Εν τω μετάξύ, όσο μεγάλωνε, μεγάλωνε αφάνταστα και η ομορφιά της και την έκανε «περιλάλητη και περιμάχητη». Όσο περνούσε ο καιρός, ο Διόσκουρος γέμιζε πιό πολύ από ποικίλους φόβους και φαίνεται ο πιό μεγάλος του φόβος ήταν ορισμένοι ψίθυροι ότι η Βαρβάρα του συμπαθούσε τον Χριστιανισμό. Γι' αυτό και περιόρισε την ελευθερία της τόσο, όσο να μην την βλέπει κανείς, ούτε και να την συναναστρέφεται. Μόνο υπηρέτες και υπηρέτριες, πιστοί στον Διόσκουρο, την συνόδευαν. Κατα την παράδοση, τόσο την περιόρισε, που έφτιαξε ειδικό πύργο και την έκλεισε μεσα.

Σε λίγο καιρό, ελπίζοντας πως θα αλλάξει γνώμη και θα συνεργασθεί μαζί του.
Ενώ κατέβαινε από το διαμέρισμα της κόρης του πέρασε και από το λουτρό που είχε αναθέσει σε τεχνίτες να κατασκευάσουν και έδωσε εντολή να επισπεύσουν την ολοκλήρωσή του. Ο ίδιος, έπειτα, αναχώρησε από την Ηλιούπολη για κάποια μακρινή περιοχή, στα πλαίσια των καθηκόντων του ως τοπάρχη.



Ο συμβολισμός των τριών παραθύρων
Κατά τη διάρκεια της απουσίας του αυτής η Βαρβάρα πήγε να δει την πρόοδο των εργασιών στην κατασκευή του λουτρού που γινόταν για χάρη της. Διαπιστώνοντας ότι αυτό θα φωτιζόταν από δύο παράθυρα, ρώτησε τους τεχνίτες γιατί δεν πρόσθεσαν κι ένα τρίτο, «ώστε και πιο ωραίο να είναι το λουτρό και πιο πλούσιος ο φωτισμός του». 

Της απάντησαν ότι αυτή ήταν η εντολή του πατέρα της. Εκείνη τους ζήτησε να προσθέσουν και τρίτο παράθυρο. Στον εύλογο δισταγμό τους, από φόβο να παρακούσουν στην προσταγή του πατέρα της, η μακάρια Βαρβάρα, δείχνοντας ενωμένα τα τρία από τα δάχτυλα του χεριού της είπε: «Να φτιάξετε και τρίτο παράθυρο. Αν δυσανασχετήσει ο πατέρας μου, εγώ θα είμαι υπεύθυνη απέναντι του». Οι τεχνίτες υποχώρησαν και συμμορφώθηκαν με την παράκληση της.

Όταν ολοκληρώθηκαν όλες οι εργασίες και το λουτρό της ήταν έτοιμο, πήγε εκείνη, «στάθηκε κοντά στη δεξαμενή, κοίταξε προς την ανατολή και με το δάχτυλο της χάραξε στο μάρμαρο το σημείο του τιμίου Σταυρού». Λίγο καιρό μετά επέστρεψε και ο πατέρας της Διόσκορος. Όπως ήταν φυσικό επιθεώρησε το σπίτι του, τον πύργο και το νέο λουτρό.

Ζητώντας της εξηγήσεις για το λόγο γι το οποίο υπήρχαν 3 παράθυρα, του απάντησε ότι τα τρία παράθυρα διαφέρουν από τα δύο, αφού «τρία παράθυρα φωτίζουν κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο», υπονοώντας τα τρία πρόσωπα της Άγιας Τριάδος. Στην εύλογη ερώτηση του για το νόημα της φράσεώς της, η αγία κόρη του απάντησε:

«Πρόσεξε, πατέρα μου, και θα εννοήσεις αυτό που σου είπα. Πατήρ, Υιός και Άγιο Πνεύμα· από το φως αυτών των τριών φωτίζεται νοερά και λάμπει όλη η κτίση». Και λέγοντας αυτά ένωσε τα τρία δάχτυλα του δεξιού χεριού της και έκανε το σημείο του Σταυρού.



Η οργή του Διόσκορου
Η άπροσδόκητη αυτή ομολογία χριστιανικής πίστεως δεν ήταν δυνατό να γίνει άνεκτή από τον άφοσιωμένο στην ειδωλολατρία πατέρα της. Ο οποίος καταλήφθηκε από οργή και μεγάλο θυμό. Και ξεχνώντας την πατρική ίδιότητά του, παραμερίζοντας τη μεγάλη άγάπη που έτρεφε για την κόρη του, ξαφνικά έσπευσε να γίνει τύραννος και φονιάς. 

Τράβηξε από το θηκάρι το ξίφος του και μανιασμένος όρμησε να θανατώσει την 'ίδια την κόρη του!

Η Βαρβάρα, υψώνοντας χέρια, μάτια και διάνοια προς τον ουρανό, ζήτησε τη βοήθεια του Κυρίου της. Όταν δηλαδή ο οργισμένος πατέρας, κρατώντας το ξίφος, κυνηγούσε την κόρη του με φονική διάθεση, μια μεγάλη πέτρα άνοιξε, «δέχτηκε μέσα της την αγία και τη διέσωσε από τα αιμοχαρή χέρια του, δίνοντας σ' αυτήν τη δυνατότητα να ανέβει σε πιο υψηλούς τόπους του βουνού».



Τη συλλαμβάνει και την οδηγεί στον ηγεμόνα
Καθώς ο Διόσκορος συνέχιζε τις προσπάθειές του, ψάχνοντας στο βουνό για την κόρη του, συνάντησε δύο βοσκούς. Ζήτησε να μάθει από αυτούς αν γνώριζαν κάτι, αν είδαν μία όμορφη νέα και που κρύβεται. 

Ο ένας από τους βοσκούς αν και ήξερε, επειδή ήταν φιλάνθρωπος και κατάλαβε, βλέποντας τον οργισμένο Διόσκορο, τις άγριες διαθέσεις του, προσποιήθηκε ότι δεν ξέρει τίποτε. Ο άλλος όμως, όντας κακός άνθρωπος, ναι μεν δεν μίλησε ανοιχτό για να μην εκτεθεί, με τρόπο όμως έδειξε με το δάχτυλο του στον Διόσκορο, το μονοπάτι που οδηγούσε στο σημείο που κρυβόταν η αγία κόρη. Όπως ήταν επόμενο, οδηγημένος ο Διόσκορος και οι άντρες που τον συνόδευαν από την υπόδειξη του βοσκού, δεν άργησε να βρει και να συλλάβει τη Βαρβάρα. 

Εκεί πάνω στο βουνό τη μαστίγωσε χωρίς έλεος, καταπληγώνοντας το σώμα της. Ύστερα, αρπάζοντας την από τα μαλλιά και τραβώντας την με βία, την οδήγησε και την έκλεισε σε ένα μικρό σπίτι, ασφάλισε με ειδικές κλειδαριές πόρτα και παράθυρα και εγκατέστησε απ’ έξω φρουρούς, στους οποίους έδωσε αυστηρές εντολές να την προσέχουν ώστε να μη την επισκεφθεί κανείς και να μη τους ξεφύγει.

Ύστερα πήγε, πήρε την κόρη του Βαρβάρα και την παρέδωσε στον ηγεμόνα Μαρκιανό, εξορκίζοντας τον να εφαρμόσει κατά γράμμα τις διαταγές των αυτοκρατόρων της Ρώμης σε βάρος των διωκόμενων χριστιανών.


Κολακείες και μαστιγώσεις
Την καθορισμένη ημέρα και ώρα ο Μαρκιανός έδωσε εντολή να εμφανιστεί ενώπιον του η Βαρβάρα για να δικαστεί. Όταν την είδε εντυπωσιάστηκε όχι μόνο από την ανυπέρβλητη σωματική ομορφιά της αλλά και από το κόσμιο ήθος και τη σεμνότητά της. Προς στιγμήν λησμόνησε τη δέσμευσή του απέναντι στον τοπάρχη Διόσκορο, τον πατέρα της Βαρβάρας. Όχι να την τιμωρήσει δεν ήθελε, αλλά και να εκφράσει το θαυμασμό του ήταν έτοιμος. 

Γι' αυτό και άρχισε να της λέει λόγια γεμάτα φαινομενική φιλανθρωπία, όπως τα διασώζει ο Συναξαριστής της:
«Βαρβάρα, λυπήσου τον εαυτό σου. Πρόσφερε μαζί με μας θυσία στους θεούς. Ενδιαφέρομαι για το καλό σου και δεν θα 'θελα να σε υποβάλω σε βασανιστήρια. Σκέψου το εξαίσιο κάλλος σου. Αν όμως δεν πεισθείς με τη θέλησή σου, θα με υποχρεώσεις να σου φερθώ με τρόπο που κατά βάθος δεν επιθυμώ».

Στο άκουσμα της πρότασης για προσφορά θυσίας στους θεούς, η αγία απάντησε με παρρησία: «Θυσία αινέσεως προσφέρω μόνο στον Θεό μου, ο οποίος είναι ο Δημιουργός του ουρανού και της γης και όλων όσα υπάρχουν σ' αυτά. Όσο για τους ψεύτικους και ανύπαρκτους θεούς σου ο προφήτης Δαβίδ, φωτισμένος από το Άγιο Πνεύμα, είπε πριν από αιώνες· τα είδωλα των εθνικών είναι από ασήμι και χρυσό, κατασκευασμένα από χέρια ανθρώπων (Ψαλμ. 113,5) και όλοι οι θεοί των ειδωλολατρικών εθνών είναι δαιμόνια, ανύπαρκτοι, πλάσματα της φαντασίας και επινόηση του διαβόλου (Ψαλμ. 90,5). Κι εγώ, άρχοντα μου, συμφωνώ μ' αυτό, ομολογώ μάλιστα ότι η ελπίδα που στηρίζεται στους ψεύτικους και ανύπαρκτους αυτούς θεούς σας είναι κενή και μάταιη».

Όπως ήταν φυσικό, η διακήρυξη αυτή της πίστεως εκ μέρους της αγίας Βαρβάρας εξόργισε τον φαινομενικά φιλάνθρωπο ως εκείνη τη στιγμή Μαρκιανό. Ο οποίος, αποβάλλοντας το προσωπείο της επιείκειας, πρόσταξε να τη δέσουν και να τη μαστιγώσουν αλύπητα με βούνευρα. Για να επιτείνει μάλιστα τους πόνους στο καταπληγωμένο σώμα της, διέταξε να τρίβουν τις πληγές με χοντρά τρίχινα υφάσματα. Κι ενώ ανελέητα και απάνθρωπα βασανιζόταν η καλλιπάρθενη Μάρτυς, το αίμα που ανέβλυζε από το καταπληγωμένο σώμα της «πορφύρωσε όλο το έδαφος κάτω και γύρω απ' αυτό».

Ο ηγεμόνας Μαρκιανός δεν αρκέστηκε στην απάνθρωπη μαστίγωσή της. Ήθελε να σκεφτεί και άλλου είδους βασανισμούς, στους οποίους θα την υπέβαλε. Γι' αυτό την έκλεισε και πάλι στη φυλακή.



Η εμφάνιση του Κυρίου στη Μάρτυρα. Η συμπαράσταση της Ιουλιανής
Στη φυλακή η Βαρβάρα προσευχόταν στον Κύριο και Θεό της, όταν ξαφνικά ένα ουράνιο και λαμπρό φως την περιέλαμψε, ενώ της εμφανίστηκε ο Ιησούς Χριστός. Της έδωσε θάρρος και την προέτρεψε να μη φοβάται οτιδήποτε προέρχεται από τους ανθρώπους, όσο κακό και φοβερό κι αν είναι. Της είπε επίσης ότι Εκείνος θα είναι μαζί της και θα νιώθει ασφαλής κάτω από τις πτέρυγες της προστασίας του.

Προτού ακόμη τελειώσει αυτά που της έλεγε, το θαύμα είχε συντελεσθεί:
Οι πληγές της Μάρτυρος είχαν κλείσει, δεν φαινόταν στο αγιασμένο σώμα της ούτε τα ίχνη τους, ενώ άφατη χαρά, αγαλλίαση και ευφροσύνη την πλημμύρισε. Μια γυναίκα, πιστή κι εκείνη στον Θεό, η οποία ως φίλη συναναστρεφόταν τη Βαρβάρα και βρισκόταν μαζί της στη φυλακή, όταν είδε το πόσο θαυματουργικά εξαφανίστηκαν και επουλώθηκαν οι πληγές της, όχι μόνο δόξασε τον Κύριο, αλλά ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο στην πίστη και ένιωσε έτοιμη να δεχθεί και η ίδια αν χρειαστεί μαστιγώσεις και το μαρτύριο για χάρη του Σωτήρα και Λυτρωτή της.

Ο ηγεμόνας Μαρκιανός έδωσε και πάλι εντολή να οδηγήσουν ενώπιον του τη Βαρβάρα. Καθισμένος στην έδρα του δικαστηρίου, ενώ επίσημοι και πλήθος λαού τον περιέβαλαν, ήταν έτοιμος και αποφασισμένος να κλείσει το θέμα. Όταν εμφανίστηκε η αγία Μάρτυς, έκπληξη και δέος κατέλαβε τους παρευρισκομένους, καθώς την αντίκρισαν.

Στο σώμα της δεν διέκριναν ούτε μία αμυχή. Οι πληγές της από τη μαστίγωση είχαν τελείως επουλωθεί. Κι ενώ θα περίμενε κανείς να παραδεχτούν τη θαυματουργική επέμβαση του Θεού των χριστιανών, ο Μαρκιανός, τυφλωμένος από ειδωλολατρικό πάθος, χωρίς ίχνος λογικής είπε στην αγία Βαρβάρα: Βλέπεις πως σε προσέχουν οι θεοί μας και σε θεράπευσαν φροντίζοντας τις πληγές σου; 

Για να πάρει αμέσως τη γεμάτη παρρησία απάντηση της: «Πως θα μπορούσαν να κάνουν κάτι παρόμοιο οι θεοί σου, που είναι τυφλοί όπως κι εσύ, και για να φτιαχτούν έχουν ανάγκη από ανθρώπινα χέρια; Αν όμως θα θέλει να μάθεις ποιος με θεράπευσε, σου λέω πως αυτός είναι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζώντος. Τον οποίο δυστυχώς εσύ δεν μπορείς να δεις, αφού βαθύ σκοτάδι ασέβειας έχει καλύψει τα μάτια της ψυχής σου».


Νέα σκληρά βασανιστήρια
Μαρκιανός έγινε έξω φρενών. Η οργή του έφτασε στο αποκορύφωμα. Τίποτε πλέον δεν μπορούσε να τον συγκρατήσει. Έτσι, έδωσε εντολή στους δήμιους να εφαρμόσουν και να εκτελέσουν τα πλέον σκληρά και ανελέητα βασανιστήρια στη Μάρτυρα του Χριστού Βαρβάρα. Κι εκείνοι επιδόθηκαν στο έργο τους με ιδιαίτερο ζήλο.

Με σιδερένια νύχια ξέσχισαν τα πλευρά της. Έφεραν στα ξεσχισμένα σημεία λαμπάδες αναμμένες για να επαυξήσουν τους πόνους της. Χτυπούσαν με σφυρί την κεφαλή της. Βλέποντας η Ιουλιανή τα ανείπωτα μαρτύρια της φίλης της και μη μπορώντας να κάνει κάτι άλλο, προσευχόταν μυστικά στον Κύριο, ενώ από τα μάτια της έτρεχαν δάκρυα συμπόνιας και συμπαράστασης.

Το γεγονός έπεσε στην αντίληψη του ηγεμόνα, που θέλησε αμέσως να μάθει το λόγο για τον οποίο η Ιουλιανή έδειχνε τόση συμπάθεια προς την αγία Βαρβάρα. Μόλις πληροφορήθηκε από την ομολογία της ότι και η ίδια είναι χριστιανή, διέταξε να συλληφθεί αμέσως και να τιμωρηθεί ανάλογα. 

Οι δήμιοι λοιπόν την κρέμασαν σε ξύλο και ξέσκισαν τα πλευρά της με σιδερένια νύχια, όπως είχαν πράξει και με την αγία Βαρβάρα, η οποία υψώνοντας ψυχή και βλέμμα στον ουρανό είπε τούτα τα λόγια:

«Καρδιογνώστη Θεέ μου, εσύ γνωρίζεις πως εγώ, ποθώντας σε και από αγάπη προς το νόμο σου, πρόσφερα σ' Εσένα τον εαυτό μου και νιώθω απόλυτη εξάρτηση από τη δύναμή σου. Μη μας εγκαταλείπεις λοιπόν, αλλά κατά το έλεος σου βοήθησέ μας. Ενίσχυσε μας να φθάσουμε και οι δυο μας στο τέρμα του δρόμου».

Τούτα τα λόγια έλεγε η καλλίνικη αθλήτρια του Χριστού γιατί γνώριζε
ότι το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σαρξ ασθενής (Ματθ. 26,41. Μαρκ. 14,38). Και παρακαλούσε τον Κύριο και Θεό της, για τον οποίο υπέμεινε τα φρικτά μαρτύρια, να την ενισχύσει ώστε να ξεπεράσει την ασθένεια της ανθρώπινης φύσης.

Ο δε τύραννος Μαρκιανός, προσπαθώντας να εξουδετερώσει την πρωτοφανή ανδρεία των δύο γυναικών, Βαρβάρας και Ιουλιανής, σκέφθηκε μία ακόμα και πιο αποτρόπαιη πράξη: Έδωσε εντολή να κόψουν με σμίλη τους μαστούς των δύο Μαρτύρων! Ο Συναξαριστής άγιος Συμεών σημειώνει κατά λέξη στην αφήγηση του: «Γνωρίζω ότι και μόνο στο άκουσμα αυτού του βασανιστηρίου σας έπιασε ίλιγγος». Και δεν έχει άδικο, άμα κανείς σκεφθεί την ψυχική και σωματική οδύνη που θα ένιωσαν οι δύο αγνές Μάρτυρες.

Όμως ήταν τόση η πίστη, η αγάπη και η αφοσίωση τους στον ουράνιο Νυμφίο, που ενδυνάμωσε τη θέληση και την ψυχή τους, η οποία δεν έπαυσε να είναι υψωμένη στον Κύριο ζητώντας τη βοήθειά του με παρόμοια λόγια: «Μη αποστρέψεις από μας, Χριστέ μου, το πρόσωπο σου και μη απομακρύνεις το Άγιο Πνεύμα σου. Δώσε μας τη μεγάλη χαρά της σωτηρίας που προέρχεται από εσένα· και ενίσχυσε μας με δύναμη θελήσεως, ώστε η πίστη και η αφοσίωση μας προς εσένα να μείνει ακλόνητη».

Βλέποντας ο αδίστακτος ηγεμόνας την αποφασιστικότητα των δύο Μαρτύρων
και την κοινή θέληση και καρτερία, σκέφθηκε κάτι διαφορετικό: Έδωσε εντολή να μη τις αφήσουν μαζί, αλλά την μεν Ιουλιανή να οδηγήσουν στη φυλακή, τη δε Βαρβάρα να απογυμνώσουν, να την περιφέρουν στους δρόμους της πόλης για διαπόμπευση και στο τέλος να τη μαστιγώσουν. Και ποιά ήταν η στάση της μεγάλο μάρτυρος; Ενώ έτσι τη διαπόμπευαν και την ειρωνεύονταν οι ειδωλολάτρες, εκείνη κατέφευγε γαλήνια στην προσευχή προς τον Κύριο, στον οποίο έλεγε με πίστη: 

«Παντοδύναμε Βασιλιά, που περιβάλλεις τον ουρανό με τα σύννεφα και καλύπτεις τη γη με την ομίχλη. Εσύ σκέπασε και τη δική μου γύμνωση και κάνε ώστε τα μέλη του σώματος μου να μην είναι ορατά από τους ασεβείς. Κάνε ώστε η δούλη σου, Κύριε, να μη γίνει αντικείμενο χλευασμού εκ μέρους εκείνων που στέκονται γύρω της».

Ο δε Κύριος, «ο ταχύς εις το ακούσαι», δέχθηκε τη θερμή προσευχή της αγίας Βαρβάρας. Και αφενός πλημμύρισε την καρδιά της με ουράνιο θάρρος, χαρά και παρηγορία, αφετέρου την κάλυψε με μια αόρατη ενδυμασία, έτσι που οι ασεβείς ειδωλολάτρες να μην αντικρύσουν τη γυμνότητα ιού σώματος της. Όταν λοιπόν τελείωσε η περιφορά της στους δρόμους της πόλης, οδηγήθηκε η Μάρτυς εκ νέου στον ηγεμόνα Μαρκιανό.


Η δια του πατρικού ξίφους τελείωση
Εκείνος συνειδητοποίησε πλέον ότι ούτε με κολακείες ούτε με σκληρά βασανιστήρια ήταν δυνατό να πεισθούν οι δύο πιστές νέες, Βαρβάρα και Ιουλιανή, να αρνηθούν το Νυμφίο τους Χριστό και να θυσιάσουν στους ψεύτικους θεούς των ειδώλων. Προκειμένου λοιπόν να μη χάνει το κύρος του μπροστά στα μάτια των αξιωματούχων και του λαού, από το ότι δεν μπορούσε να καταβάλει το γενναίο φρόνημα των δύο παρθένων, έλαβε την τελική απόφαση: Καταδίκασε σε θάνατο τη Βαρβάρα και την Ιουλιανή και όρισε τον τρόπο αποκεφαλισμός δια ξίφους!

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο πατέρας της Βαρβάρας, ο τοπάρχης Διόσκορος, ήταν παρών σε όλη τη διαδικασία της δίκης και των φρικτών βασανιστηρίων. Ο κακούργος δεν έδειξε ούτε ίχνος συμπόνιας καθώς παρακολουθούσε ασυγκίνητος την ψυχική και σωματική οδύνη της μονάκριβης και πανέμορφης θυγατέρας του. 

Η καρδιά του είχε πωρωθεί από το φανατισμό σε τέτοιο βαθμό που όχι μόνο χαιρόταν για τα βασανιστήρια, αλλά έδειξε και ιδιαίτερα ικανοποιημένος για τη θανατική ποινή. Ανέλαβε μάλιστα να την εκτελέσει ο ίδιος, γιατί θεώρησε ανανδρία και μαλθακότητα ψυχής το να θανατωθεί η κόρη του από δήμιους και όχι από τον πατέρα της! Έτσι, μόλις ανακοινώθηκε επίσημα η απόφαση του ηγεμόνα, «πήρε την κόρη του, για να την αποκεφαλίσει με τα χέρια του», γράφει ο ιερός Συναξαριστής.

Καθώς οδηγούσε την κόρη του, μαζί με την Ιουλιανή, έξω από την πόλη, προς το βουνό, όπου θα ακολουθούσε ο αποκεφαλισμός τους, η αγία Βαρβάρα, έχοντας πλέον τη βεβαιότητα ότι εγγίζει το επίγειο τέλος της, πρόλαβε να κάνει την ύστατη στιγμή μία ακόμα θερμή προσευχή στον Κύριο και Θεό της, λέγοντας με θέρμη ψυχής: 

«Άναρχε Θεέ, εσύ που άπλωσες τον ουρανό σαν θολωτή στέγη και στερέωσες τη γη πάνω στα νερά· εσύ που διατάζεις τα σύννεφα να ρίχνουν βροχή και έστησες ψηλά τον ήλιο για να φωτίζει τα πάντα• εσύ που όλα αυτά τα αγαθά τα δίνεις σε δικαίους και άδικους, σε αγαθούς και πονηρούς (Ματθ. 5,45)• εσύ και τώρα, Βασιλεύ, άκουσε την προσευχή μου και αξίωσε να μην αγγίξει καμία λοιμώδης αρρώστια οποίον στο σπίτι του μνημονεύει το όνομά σου και τα μαρτύριά μου για τη δόξα τη δική σου, ούτε να τον βρει κάτι άλλο από όσα μπορούν να φέρουν στα σώματα των ανθρώπων βλάβη και πόνο. Διότι εσύ, Κύριε, ξέρεις ότι εμείς είμαστε σάρκα και αίμα, έργο των χειρών σου, και τιμημένοι με τη δική σου εικόνα, έχοντας τη δυνατότητα να ομοιωθούμε με εσένα».

Καθώς η αγία ολοκλήρωσε τη θερμή προσευχή της, φωνή εξ ουρανού ακούστηκε που καλούσε την ίδια και τη συναθλή της Ιουλιανή προς τα ουράνια, ενώ τη βεβαίωνε πως τα αιτήματα της θα εκπληρωθούν όλα. Όταν άκουσε αυτή την ουράνια επιβεβαίωση η αγία Βαρβάρα, με περισσότερο θάρρος συνέχισε «αγαλλομένω ποδί » την πορεία της, ώστε να φτάσει το δυνατόν γρηγορότερα στον τόπο της θυσίας της. 

Πράγματι, σε λίγο ήρθαν στο προκαθορισμένο σημείο. Κι εκεί η μεν καλλίνικος Μάρτυς Βαρβάρα αφού έσκυψε με καρτερία το κεφάλι της «δέχθηκε την τελείωση από τα πατρικά χέρια δια του ξίφους• και κατά παράδοξο τρόπο αναφάνηκε καλός καρπός από σαπρό δένδρο», η δε Ιουλιανή υπέστη τον ίδιο μαρτυρικό θάνατο από κάποιον στρατιώτη, και συναριθμήθηκαν και οι δύο στο «περικείμενον ημίν νέφος μαρτύρων».

Όμως και η θεία Δίκη δεν καθυστέρησε καθόλου να αποδώσει δικαιοσύνη:
Ενώ ο πατροκτόνος κατέβαινε με τη συνοδεία των στρατιωτών από το βουνό, χτυπήθηκε από κεραυνό και μπήκε τέρμα όχι μόνο στην παρούσα αλλά και στη μέλλουσα ζωή, της οποίας απώλεσε την απόλαυση. Λέγεται μάλιστα ότι η λάμψη και ο κρότος αυτού του κεραυνού έφτασαν μέχρι τον ηγεμόνα Μαρκιανό, ως προειδοποίηση για το άσβεστο και αιώνιο πυρ το οποίο περίμενε και αυτόν.

Τα σώματα των αγίων μαρτύρων Βαρβάρας και Ιουλιανής παρέλαβε ένας ευσεβής χριστιανός, ο Ουαλεντίνος. Αφού τα τίμησε δεόντως, τα ενταφίασε στην τοποθεσία Γελασσός, δώδεκα μίλια έξω από την Ηλιούπολη. Επί σειράν ετών οι τάφοι των δύο Μαρτύρων αποτελούσαν «νόσων ίαμα, ψυχών αγαλλίαμα, ανδρών φιλόθεων πολυέραστον εντρύφημα». Αργότερα έγινε ανακομιδή των τιμίων λειψάνων από την Ηλιούπολη στην Κωνσταντινούπολη. Μέσα στα ανάκτορα ο αυτοκράτορας Λέων ΣΤ΄ο Σοφός (886-912) έχτισε παρεκκλήσιο στο οποίο τα αποθησαύρισε.



Θαυματουργός και προστάτης
Ανάμεσα στις δημοφιλέστερες άγιες της Πίστευω μας συγκαταλέγεται η μεγαλομάρτυς Βαρβάρα, γι' αυτό και προσκυνητάρια, παρεκκλήσια και ναοί είναι διάσπαρτοι σε όλη την Ελληνική επικράτεια. Όχι μόνο η αγία βιωτή και το φρικτό και ασυνήθιστο μαρτύριο της, αλλά και τα πάμπολλα θαύματά της την κατέστησαν προστάτιδα:

•Των παρθένων κάθε ηλικίας

•Του Πυροβολικού (από το έτος 1829 κι εντεύθεν), επειδή συσχετίζει το πυροβόλο με τον κεραυνό που κατέκαψε τον άσεβή πατέρα της

•Των νοσοκομείων λοιμωδών νόσων

•Των χριστιανών που την επικαλούνται όταν αντιμετωπίζουν δύσκολες επιδημίες και αρρώστιες, ή αιφνίδιο θάνατο

•Των μεταλλωρύχων, λατόμων, οικοδόμων, πανδοχέων, συντεχνιών πυρίτιδος, πυριτιδοποιείων, καλυκοποιείων, αμαξοκαραγωγέων και των ναυτιλλομένων.Η Αγία Βαρβάρα ανακηρύχθηκε ως προστάτις Αγία του πυροβολικού (1828 μ.Χ.) και των ορυχείων.

πηγή-epanastasilae


Ἀπολυτίκιον

Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Τῆς Τριάδος τὴν δόξαν ἀνακηρύττουσα, ἐν τῷ λουτρῷ τρεῖς θυρίδας ὑπεσημήνω σοφῶς, κοινωνίαν πατρικὴν λιποῦσα πάνσεμνε, ὅθεν ἠγώνισαι λαμπρῶς, ὡς παρθένος εὐκλεής, Βαρβάρα Μεγαλομάρτυς. Ἀλλὰ μὴ παύση πρεσβεύειν, ἐλεηθήναι τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν.



Ἕτερον Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’.

Βαρβάραν τὴν Ἁγίαν τιμήσωμεν· ἐχθροῦ γὰρ τὰς παγίδας συνέτριψε, καὶ ὡς στρουθίον ἐῤῥύσθη ἐξ αὐτῶν, βοηθείᾳ καὶ ὅπλῳ τοῦ Σταυροῦ ἡ πάνσεμνος.



Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.

Τῷ ἐν Τριάδι εὐσεβῶς ὑμνουμένῳ, ἀκολουθήσασα σεμνὴ Ἀθληφόρε, τὰ τῶν εἰδωλων ἔλιπες σεβάσματα· μέσον δὲ τοῦ σκάμματος, ἐναθλοῦσα Βάρβαρα, τυράννων οὐ κατέπτηξας, ἀπειλὰς ἀνδρειόφρον, μεγαλοφώνως μέλπουσα ἀεί, Τριάδα σέβω τὴν μίαν θεότητα.




Κάθισμα

Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.

Τὸν νυμφίον σου Χριστὸν ἀγαπήσασα, τὴν λαμπάδα σου φαιδρῶς εὐτρεπίσασα, ταῖς ἀρεταῖς διέλαμψας Πανεύφημε· ὅθεν εἰσελήλυθας, σὺν αὐτῷ εἰς τοὺς γάμους, τὸ στέφος τῆς ἀθλήσεως, παρ' αὐτοῦ δεξαμένη, ἀλλ' ἐκ κινδύνων λύτρωσαι ἡμᾶς, τοὺς ἐκτελοῦντας Βαρβάρα τὴν μνήμην σου.



Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.

Ἐν τῇ ἀθλήσει σου, πάντας ἐξέπληξας, ὅτι ὑπέμεινας, τὰς τῶν τυράννων πληγάς, δεσμὰ, βασάνους, φυλακάς, Βαρβάρα παναοίδιμε· Ὅθεν καὶ τὸν στέφανον, ὁ Θεός σοι δεδώρηται, ὅνπερ ἐπεπόθησας, ψυχικῶς καὶ προσέδραμες· αὐτὸς καὶ τὰς ἰάσεις παρέχει, πᾶσι τοῖς πίστει προσιοῦσί σοι. 



Ὁ Οἶκος
Τὴν νυμφευθεῖσαν τῷ Χριστῷ διὰ τοῦ μαρτυρίου, Βαρβάραν συνελθόντες τιμήσωμεν ἀξίως, ὅπως αὐτῆς ταῖς προσευχαῖς λύμης ψυχοφθόρου λυτρωθέντες, καὶ λοιμοῦ, σεισμοῦ τε καὶ καταπτώσεως, τὸν βίον ἐν εἰρήνῃ διέλθωμεν, καταξιωθέντες μετὰ πάντων τῶν Ἁγίων, τῶν ἀπ' αἰῶνος Θεῷ εὐαρεστησάντων, διάγειν ἐν φωτί, καὶ μέλπειν ἀξίως, ἐθαυμάστωσας Σῶτερ τὰ σὰ ἐλέη πᾶσι τοῖς πίστει ὁμολογοῦσι, Τριάδα σέβω τὴν μίαν θεότητα.



Μεγαλυνάριον

Τον θείον κοσμήτορα της Χριστού Εκκλησίας πάντες Ιωάννην Δαμασκηνόν ύμνοις συν τη θεία σεπτή καλλιπαρθένω Βαρβάρα επαξίως ανευφημήσωμεν.



ΔΕΙΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΙ ΕΔΩ

Οπτικοακουστικό Υλικό

Αγιογραφίες / Φωτογραφίες





















ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ ΑΓΙΑΣ ΒΑΡΒΑΡΑΣ

Κοντάκιον. 
Προς το· Τη Υπερμάχω Στρατηγώ.
Την Χριστομάρτυρα πιστοί, και νύμφην άσπιλον,
Την καλλιπάρθενον ομού, και αειπάρθενον,
Ύμνοις στέψωμεν Βαρβάραν την Αθληφόρον,
Ως λυτρουμένην λοιμικού παντός νοσήματος,
Τους εν εικόνι τη αυτή πόθω προσπίπτοντας,
Και κραυγάζοντας·

Χαίροις Κόρη Θεόνυμφε.

Άγγελοι εν τοις άνω, και βροτοί εν τοις κάτω, υμνείν σε προς αξίαν Βαρβάραν, οι μεν, αϋλωτάταις ηδοναίς, οι δε, εν υλαίοις φωναίς μη σθένοντες, γηθόμενοι θαμβούμεθα, βοώντες εκτενώς σοι ώδε·

Χαίρε δι ης η Τριάς εκλάμπει·
Χαίρε δι ης η παλλάς εκλείπει.
Χαίρε η θεολογήσα την Τριάδα τω φωτί·
Χαίρε, κρήνην προθεσπίσασα, ιαμάτων τω λουτρώ.
Χαίρε, ότι ηράσθη, η Τριάς του σου κάλλους·
Χαίρε, ότι προσήχθης, καθαρά τη Τριάδι.
Χαίρε ιλύν, δυάδος συρρίξασα·
Χαίρε αυγή, Τριάδος κηρύξασα.
Χαίρε δι ης, ο Σταυρός εκτυπούται·
Χαίρε δι ης, ο εχθρός εκμειούται·

Χαίρε Κόρη Θεόνυμφε

Βλέπουσα εν Ρωσσία, ευσεβώς η Δακία, το σον παρθενικόν αγνή σκήνος, και των παραδόξων το σμήνος, ύμνοις σε και ούτως ευλαβώς γεραίρουσι, μεθ ημών αυτών θεολογούντες, άσμα το τρισύνθεον·

Αλληλούϊα


Γνώσιν άγνωσον γνώναι, τον γενέτην ποθούσα, Βαρβάρα εβόα τοις τεχνίταις, τρίτην θυρίδα εκ δυείν, επιτεχνάσθαι τω βαλανείω βούλομαι` ίνα πας τις βλέπων το φώς του φωτοδότου λέγη ούτω·

Χαίρε φωτός, της Τριάδος κήρυξ·
Χαίρε πασών, γενναιών η κύλιξ.
Χαίρε ιαμάτων, η πηγή η αένναος·
Χαίρε ανιάτων νοσούντων συνούλωσις.
Χαίρε κάλλος το απόθετον, μύρον το εκκενωθέν·
Χαίρε ευανθής παράδεισος, και χαρίτων ο λειμών.
Χαίρε σεμνή Βαρβάρα, νικηφόρε Παρθένε·
Χαίρε εκλελεγμένη, πάγκαλλε του Χριστού Νύμφη.
Χαίρε το φως, Τριάδος η βλέψασα·
Χαίρε το πυρ, της πλάνης η σβέσασα.
Χαίρε σοφών, των τα θεία σεμνείον·
Χαίρε πατρός, ασεβούς ιερείον·

Χαίρε Κόρη Θεόνυμφε

Δυνάμει της Τριάδος, ανδρωθέν σου τω θήλυ, εν τω φρικωδεστάτω σταδίω, διασκοπούσα Ιουλιανή, και αυτή ανάπτεται προς τα όμοια, και ανύει το μακάριον άθλον, μετά σου βοώντα·

Αλληλούϊα

Έχουσα η Ρωσσία, σου το δέμας το θείον, αναγράφει σοι τους χαριστηρίους` σην δε κάραν πλουτούντες ημίν, πως ουχί τοις αυτοίς καταστέψωμεν, και μέλεσιν ως βέλεσι βάλωμεν τον Βελίαρ τοις δε·

Χαίρε του Αδάμ ευανθής πτόρθος·
Χαίρε της Εύας απαθές άνθος.
Χαίρε τον Σταυρόν, τη χειρί εκολάψασα·
Χαίρε τον αυτώ, τανυθέντα δοξάσασα.
Χαίρε πνεύματα ελαύνουσα ολεθρεύοντα ημάς·
Χαίρε χεύματα ομβρίζουσα, των θαυμάτων δαψιλώς.
Χαίρε ευτονωτέρα, και χαλκού και σιδήρου·
Χαίρε τιμιωτέρα, και χρυσού και σαπφείρου.
Χαίρε Θεού, ελαία χρυσόκλωνος·
Χαίρε λοιμού εξώλειαν λύουσα.
Χαίρε θυμού, του Θεού η γαλήνη·
Χαίρε ημών, προς Θεόν η ειρήνη·

Χαίρε Κόρη Θεόνυμφε


Ζάλην και τρικυμίαν, και οργήν τε και θλίψιν, θεηλάτως ημάς μαστιγούντα, και ζέοντα καθ` ημάς, και εκ δότους ποιούντα ολετήρσι πνεύμασι, κατευνάζεις ευιλατε, και άπαντας προτρέπεις μέλπειν·

Αλληλούϊα

Ήκουσαν οι τεχνίται, της θεηγόρου Κόρης, και τρίτην προστιθείσι θυρίδα, του τριλαμπούς φωτός εις τύπον, Πατρός, Υιού, και Αγίου Πνεύματος` παρ ου οι φωτισθέντες βοώμεν προς αυτήν τοιαύτα·

Χαίρε φωτός, τριφεγγούς θυγάτηρ·
Χαίρε ψυχών φωτοδόχων φάος.
Χαίρε, του Πατρός, και Υιού το ανάκτορον·
Χαίρε ω σεπτόν, Παρακλήτου αλάβαστρον.
Χαίρε, ότι θεοδίδακτος, ρητορεύεις το τριττόν·
Χαίρε, ότι ακατάπληκτος, μένεις εν τοις πειρασμοίς.
Χαίρε η θεηγόρος, και Παρθένος, και Μάρτυς·
Χαίρε η στεφηφόρος, αληθής και κατ άμφω.
Χαίρε τερπνόν, της Εώας αγλάϊσμα·
Χαίρε λαμπρόν, Ευρώπης θυσαύρισμα.
Χαίρε δι ης, εκποδών κακός πότμος·
Χαίρε δι ης, προθεσμία εφείται·

Χαίρε Κόρη Θεόνυμφε

Θεορρήμον Βαρβάρα, του Θεανθρώπου Λόγου θέσει θυγάτηρ χρηματίζεις. Διό και απαθανατίζεις πάντας, τους θεοπρεπώς σοι προσθέοντας, θανάτου θνητού και αθανάτου λυτρουμένη, και βοώντας·

Αλληλούϊα

Ίδον των ουρανίων, υπερκόσμιοι νόες, τον φύσαντα χειρί παιδοκτόνω, εκμανέντα τοιαύτα παιδί, και ούτω ξέοντα αφειδώς, και σπαράττοντα θηρός τρόπου, και ως ήδιστα αυτή έκραξαν·

Χαίρε οίον σώμα, εκδούσα ταις μάστιξι·
Χαίρε δι αγάπην παθούσα Νυμφίου σου.
Χαίρε σχέσιν η την πάτριον, παριδούσα εν χαρά·
Χαίρε γήθεν προς ουράνια, ενδημούσα καθαρά.
Χαίρε χαιρόντων Αγγέλων, τη ση καρτερία·
Χαίρε κλαιόντων δαιμόνων, τη σφων αυτών ήττοι.
Χαίρε ψευδή, την πλάνην η δείξασα·
Χαίρε αγνή, σφραγίδα τηρήσασα.
χαίρε αυλων τερπνήν ευωχία·
χαίρε Χριστού θαυμαστή ευωδία·

Χαίρε Κόρη Θεόνυμφε

Κάκιστε ω ποιμένων, οίαν Θεού αμνάδαν, προσπίνεις συ τω λύκω τεκόντι; Πως ουχ είλεσε δείλαιε, οίκτος τοιαύτης παιδός και έλεος; Ρύσαι ημάς Χριστέ, θηριωδίας, τους ειδότας ψάλλειν·

Αλληλούϊα

Λάμπεις εν τη εσπέρα, δύσα κατά την Εώα` ηγλάϊσας γαρ ταύτην σπαργάνοις, και κατήστραψας πάλαι ημάς, απολαύοντας σου των καλών Πάναγνε, θαυμάτων και λειψάνων των όλβων, και βοώντας τοιαύτα·

Χαίρε το κάλλος της παρθενίας·
Χαίρε το κάρφος το της πελείας.
Χαίρε την πατρώαν μανίαν μη δείσασα·
Χαίρε την εώον βλακείαν μισήσασα.
Χαίρε σώματος ευγένειαν, παραδούσα αικισμοίς·
Χαίρε άνθος της νεότητος, και της ώρας την ακμήν.
Χαίρε εξ ακανθώδους, εκφυέν ρίζης ρόδον·
Χαίρε άθλων ο στάχυς, βρίθων καρπόν ωραίον.
Χαίρε σεμνών, παρθένων οψώνιον·
Χαίρε ψυχών, αγνών το οσφράδιον.
Χαίρε λοιμόν, ημών αποσοβούσα·
Χαίρε θυμόν, Θεού εξιλεούσα·

Χαίρε Κόρη Θεόνυμφε

Μάστιγος λυμαιώνος, του παρόντος αιώνος, και δυσμενούς του απατεώνος, απαλλάξαις ταις σαις θεοδέκτοις λιταίς, πάντας τους προσιόντας σοι εκ πόθου, και μεταχωρούντας προς βίον βελτίω κράζει·

Αλληλούία

Νέαν Θέκλαν ορώσα, η πρωτόαθλος Θέκλα, δεξαμένην σχισθείσαν την πέτραν, τερατουργήσαντος του Χριστού, και τηρήσαντος σε, ώσπερ ανέπαφον, πατρός λυσσώδους επιβολής, νεύμασιν αθεάτοις εκρότει ταύτα·

Χαίρε ο νάρδος Χριστού νυμφίος·
Χαίρε περιστερά η του Νώε.
Χαίρε το αμήχανον, κάλλος ποθήσασα·
Χαίρε διαρρέουσαν, δόξαν πατήσασα.
Χαίρε η αναπληρώσασα την θυσίαν Ισαάκ·
Χαίρε φύντα η τεφρώσασα, τον Βελίου Αβραάμ.
Χαίρε τη παντευχία, του Σταυρού φραξαμένη·
Χαίρε αυτοχειρία, πατρική τεθυμένη.
Χαίρε αμνάς, Χριστού η αμίαντος·
Χαίρε μητρός, αυτού η αντίδοτος.
Χαίρε αγνών, νεανίδων γενναία·
Χαίρε υπέρ, την σοφήν Αβιγαίανω·

Χαίρε Κόρη Θεόνυμφε

Ξένον θέαμα βλέπω· τεμνομένων μαστών σου, τον νουν εις τους ουρανούς ανέσχες` ούτως άρα ο υπερουράνιος, σαρκοφόρος ώφθη επί γης άνθρωπος, ίνα σε γενναιόφρον, ουρανόφρονα δείξη, μελωδούσαν·

Αλληλούϊα

Όλη ει η πλησίον, ως καλή, ως ωραία, και μώμος εν σοι όλως ουκ έστι, και τω νυμφώνα χοροβατείς του σου ωραίου Νυμφίου, συν ταις φρονίμοις φρονίμη Παρθένε νεάνισιν, παρ’ ων ακούεις οία·

Χαίρε αγνείας, εύοσμον κρίνον·
Χαίρε μανίας, πατρικής κρείττων.
Χαίρε Παρθενίας, Αγγέλων διάγραμμα·
Χαίρε αφθορίας, Παρθένων το άγαλμα.
Χαίρε, συ γαρ τον Νυμφίον σου, επεπόθησας Χριστόν·
Χαίρε, συ γαρ την λαμπάδα σου διηυτρέπισας φαιδρώς.
Χαίρε απενεχθείσα, τω Βασιλεί παρθένος·
Χαίρε προεκλεθείσα, εις την οσμήν του μύρου.
Χαίρε αμνάς, το έριον βάψασα·
Χαίρε λαμπάς, ελαίω η άψασα.
Χαίρε δραχμή, ην Θεός σαρκί εύρε·
Χαίρε κοινή, ηδονή των Αγγέλωνω·

Χαίρε Κόρη Θεόνυμφε

Που πριμαίνεις Νυμφίε; Τετρωμένη τω πόθω, εβόα εν σταδίω η Μάρτυς, τας γαρ νιφάδας των αικισμών, ησυχή φέρουσα, τέμνετε, ξέετε, έλεγεν· ήδιστα ειμί προς τον Νυμφίον σου, ίνα ψάλλω συν Αγγέλοις·

Αλληλούϊα

Ρώμην την υπέρ φύσιν, της Βαρβάρας ορώσα, ακατάλληλον θηλεία φύσει, βαβαί προς αθεάτως ήσθη, η φιλοπαρθενομάρτυς μητρόθεος βοώσα ούτω·

Χαίρε θεοτερπές θείον θαύμα·
Χαίρε το εθελόθυτον θύμα.
Χαίρε θεομάχων, θεότευκτον θέριστρον·
Χαίρε αθειας, θεόκλητον θήρατρον.
Χαίρε άνθος παρθενόφυτον, τη αθλήσει φοινιχθέν·
Χαίρε κάλλος το απόθετον εν θεάτρω θεοθέν.
Χαίρε θεοσοφία, θανατούσα δυσθέους·
Χαίρε θεηγορία, θέλγουσα φιλοθέους.
Χαίρε δι ης, Θεός θάττον πείθεται·
Χαίρε δι ης, Θεός τεθαυμάστωται.
Χαίρε θεοειδών άθλων η θέα·
Χαίρε Θεώ θέουσα θεοφρόνως·

Χαίρε Κόρη Θεόνυμφε

Συνήγορον κεκτημένη, του Θεού την μητέρα, την αφθορίας πανταιτίαν· την μεσίτιν Θεού και ημών, την πανάφθορον όντως, ω άφθορε, απανέστης της φύσεως λαθούσα, και αυτή βοώσα·

Αλληλούϊα

Τριάδα των θυρίδων ω Βαρβάρα Παρθένε, ανειπούσα το λουτρόν φωτίζειν, μυστικόν εδήλωσας λουτρόν, τη παμφαεστάτη Τριάδι λαμπόμενον, και ψυχάς καθαίρον πάντων, ους Τριάς διήγειρε βοάν σοι·

Χαίρε των Αθλοφόρων η δόξα·
Χαίρε των θεολόγων η μούσα.
Χαίρε απειλαίς, και βασάνοις μη είξασα·
Χαίρε τα δεσμά, προσπαθείας η ρήξασα.
Χαίρε, ότι συ εξέπληξας, τάξεις τα Αγγελικάς·
Χαίρε, ότι συ διέρρηξας, του δολίου τας πλοκάς.
Χαίρε η εισελθούσα, του Νυμφίου τους γάμους·
Χαίρε απολαβούσα, παρ Αυτού τους στεφάνους.
Χαίρε σατάν, τους λόχους νοήσασα·
Χαίρε σαρκός, Σταυρώ αφειδήσασα.
Χαίρε Τριάς, εν η χαίρει ως νύμφη·
Χαίρε μονάς, ην εδόξασε μόνη·

Χαίρε Κόρη Θεόνυμφε

Ύψος των εγκωμίων, υπερβέβηκεν όντως, η δόξα της παρθένου σου Σώτερ` την πίστιν δε ημών προσιέμενος, αντιμετρήσειας την αντίδοσιν, ολβιοδότα φιλάνθρωπε, τοις κακουμένοις ημίν και βοώσιν·

Αλληλούϊα

Φωτεινή σε εσθητί, φωτοφόρως φαιδρύνει, Άγγελος διά Χριστόν περιδυθείσαν, και ώσπερ νύμφην περιφανή, της αφθαρσίας στολήν αμφιέννυσιν, αποτινάξας σου της σαρκός το πάχος, και φωνών σοι ταύτα·

Χαίρε εκστάσα τη αλλοιώσει·
Χαίρε παθούσα, απαθώς πάθος.
Χαίρε παλαιόν, αποδύσα τον άνθρωπον·
Χαίρε τον καινόν, ενδυθείσα Θεάνθρωπον.
Χαίρε ότι το μακάριον, τέλος έτλης ανδρικώς·
Χαίρε, ότι διάδημα, έχεις το μαρτυρικόν.
Χαίρε πεποικιλμένη, στίγμασι μαρτυρίου·
Χαίρε περικειμένη, στέφει αμαραντίνω.
Χαίρε Θεού, φωνής η αυτήκοος·
Χαίρε στοργής, αυτού η εχέγγυος.
Χαίρε τω σω συναφθείσα Νυμφίω·
Χαίρε φωτί καταστράπτουσα δόξης·

Χαίρε Κόρη Θεόνυμφε

Χελιδών ως ωραία, τρίζουσα εν σταδίω, συν Ιουλιανή αηδόνι, διέδρας τον τηρέα πατέρα, αποπτάσα προς τον ουράνιον Νυμφίον, τον πολυέραστον, ότι μέλη μέλπεις ούτως·

Αλληλούϊα

Ψάλλουσι σου τους άθλους, των Αγίων χορείαι, ως έβλεψαν ωραϊσμένην, παρθενικώς και μαρτυρικώς, και θαμβηθέντες πάντες ηγαλλιάσαντο, εκρότησαν, ευφήμησαν, ανύμνησαν βοώντες ταύτα·

Χαίρε το έαρ της αφθαρσίας·
Χαίρε το έαρ της ευσεβείας.
Χαίρε τρυγών, η ωραία του άσματος·
Χαίρε σταγών, αποστάζουσα χάριτος.
Χαίρε δόξαν αδιάδοχον, έχουσα εν ουρανώ·
Χαίρε φρόνημα ανάλωτον, δούσα μόνω τω Χριστώ.
Χαίρε στάσα προς πάλην, του εχθρού ερρωμένη·
Χαίρε, ω των ερώτων, Χριστόν νυμφευσαμένη.
Χαίρε δι ης ησχύνθη ο βάσκανος·
Χαίρε δι ης κατήργηται βάσανος.
Χαίρε των σων υμνητών ευκληρία·
Χαίρε παθών, λοιμικών σωτηρία·

Χαίρε Κόρη Θεόνυμφε

Ω Παρθένε και Μάρτυς ω Θεού Λόγου Νύμφη· παρθένων και μαρτύρων το άνθος· κεκτημένη παρρησίαν οίαν, προς την πανυπερύμνητον Άνασσαν, υπέρ ημών Αυτήν απέργασαι ίλεων, των βοώντων·

Αλληλούϊα



Ο ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΚΑΝΩΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ, ΕΔΩ ΚΙ ΕΔΩ

Ακολουθία και Βίος της Αγίας Μεγαλομάρτυρος Βαρβάρας και του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού


ΕΔΩ ΚΙ ΕΔΩ








































ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ, ΕΔΩ:
-http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%B3%CE%AF%CE%B1_%CE%92%CE%B1%CF%81%CE%B2%CE%AC%CF%81%CE%B1_(%CE%BC%CE%B5%CE%B3%CE%B1%CE%BB%CE%BF%CE%BC%CE%AC%CF%81%CF%84%CF%85%CF%82)
-http://el.orthodoxwiki.org/%CE%92%CE%B1%CF%81%CE%B2%CE%AC%CF%81%CE%B1,_%CE%91%CE%B3%CE%AF%CE%B1
-http://www.thrakiki.gr/barbara.htm
-http://xristianos.gr/forum/viewtopic.php?t=3330
Διαβάστε περισσότερα... »

Όποιος μπορεί ας βοηθήσει, έστω και ένα ευρώ!



"κλίκ" επάνω στην εικόνα, για μεγέθυνση



πηγή-apofoitoissas.gr
Διαβάστε περισσότερα... »

Η Αθήνα έτσι όπως την έφτιαξαν οι πρόγονοί μου!



Καλλιτέχνες, γραφίστες και ειδικοί στα σχεδιαστικά προγράμματα, εργάστηκαν για εβδομάδες ώστε να ζωντανέψουν ξανά την κλασσική Αθήνα των προγόνων των ΕΛΛΗΝΩΝ του 5ου αιώνα π.Χ.



κι εδώ


Δείτε την Ακρόπολη όπως δεν την έχετε δει ποτέ σε αυτόν τον σύνδεσμο:





πηγή-arxaiaithomi.gr (προσαρμογή)
Διαβάστε περισσότερα... »

Ο Όσιος Πορφύριος (βίντεο - συναξαριστής)



Πολύ καλή δουλειά με πλούσιες φωτογραφίες και καταπληκτική μουσική...

Εδώ το video


Διαβάστε περισσότερα... »

Η πνευματική διαθήκη, όπως την συνέταξε ο Όσιος Πορφύριος



Οράτε σχετικά εδώ εδώ κι εδώ

Αγαπητά πνευματικά μου παιδιά,

τώρα που ακόμη έχω τα φρένας μου σώας θέλω να σας πω μερικές συμβουλές. 

Από μικρό παιδί όλο στις αμαρτίες ήμουνα. Και όταν με έστελνε η μητέρα μου να φυλάω τα ζώα στο βουνό, γιατί ο πατέρας μου, επειδή ήμασταν πτωχοί είχε πάει στην Αμερική, για να εργαστεί στη διώρυγα του Παναμά για εμάς τα παιδιά του, εκεί που έβοσκα τα ζώα, συλλαβιστά διάβαζα το βίο του Αγίου Ιωάννου του Καλυβίτου και πάρα πολύ αγάπησα τον Άγιο Ιωάννη και έκανα πάρα πολλές προσευχές σαν μικρό παιδί που ήμουν 12 – 15 χρονών, δεν θυμάμαι ακριβώς καλά, και θέλοντας να τον μιμηθώ με πολύ αγώνα έφυγα από τους γονείς μου κρυφά και ήλθα στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους και υποτάχτηκα σε δύο γέροντες αυταδέλφους, Παντελεήμονα και Ιωαννίκιο. 

Μου έτυχε να είναι πολύ ευσεβείς και ενάρετοι και τους αγάπησα πάρα πολύ και γι’ αυτό, με την ευχή τους, τους έκανα άκρα υπακοή.

Αυτό με βοήθησε πάρα πολύ, αισθάνθηκα και μεγάλη αγάπη και προς τον Θεό, και πέρασα πάρα πολύ καλά. Αλλά, κατά παραχώρηση Θεού, για τις αμαρτίες μου, αρρώστησα πολύ και οι Γέροντές μου μου είπαν να πάω στους γονείς μου στο χωριό μου εις τον άγιο Ιωάννη Ευβοίας.

Και ενώ από μικρό παιδί είχα κάνει πολλές αμαρτίες, όταν ξαναπήγα στον κόσμο, συνέχισα τις αμαρτίες, οι οποίες μέχρι σήμερα έγιναν πάρα πολλές.

Ο κόσμος όμως με πήρε από καλό και όλοι φωνάζουνε ότι είμαι άγιος. Εγώ όμως αισθάνομαι ότι είμαι ο πιο αμαρτωλός άνθρωπος του κόσμου.

Όσα ενθυμόμουνα βεβαίως τα εξομολογήθηκα, αλλά γνωρίζω ότι για αυτά που εξομολογήθηκα με συγχώρησε ο Θεός, αλλά όμως τώρα έχω ένα συναίσθημα ότι και τα πνευματικά μου αμαρτήματα είναι πάρα πολλά και παρακαλώ όσοι με έχετε γνωρίσει να κάνετε προσευχή για μένα, διότι και εγώ, όταν ζούσα, πολύ ταπεινά έκανα προσευχή για σας, αλλά όμως τώρα που θα πάω για τον ουρανό έχω το συναίσθημα ότι ο Θεός θα μου πει: Τι θέλεις εσύ εδώ; Εγώ ένα έχω να του πω.

Δεν είμαι άξιος, Κύριε, για εδώ, αλλά ότι θέλει η αγάπη σου ας κάμει για μένα. Από εκεί και πέρα δεν ξέρω τι θα γίνει.

Επιθυμώ όμως να ενεργήσει η αγάπη του Θεού. Και πάντα εύχομαι τα πνευματικά μου παιδιά να αγαπήσουν τον Θεό, που είναι το παν, για να μας αξιώσει να μπούμε στην επίγειο άκτιστο εκκλησία Του. Γιατί από εδώ πρέπει να αρχίσουμε.

Εγώ πάντα είχα την προσπάθεια να προσεύχομαι και να διαβάζω τους Ύμνους της Εκκλησίας, την Αγία Γραφή και τους βίους των Αγίων μας και εύχομαι και εσείς να κάνετε το ίδιο. Εγώ προσπάθησα με τη Χάρη του Θεού να τον πλησιάσω το Θεό και εύχομαι και σεις να κάνετε το ίδιο.

Παρακαλώ όλους σας να με συγχωρέσετε για ο,τι σας στεναχώρησα.

Ιερομόναχος Πορφύριος

Εν Καυσοκαλυβίοις τη 4/7 Ιουνίου 1991



Διαβάστε περισσότερα... »